15- Στα σίγουρα (Μπούκαρη)

Σελήνη 3% στο άδειασμα- Προγνωστικά: Πολύ καλή ημέρα

   Ο Γιωργάκης ήθελε να πάμε σε ένα λιμανάκι του βορρά. Ο Γιώργης έλεγε τα δικά του και γιά κάποιο λόγο έπεισε και μένα εύκολα. Ήταν αμμουδιά εκείνο το μέρος παίζει να μας έπεφταν τα σαγόνια από τη βαρεμάρα, άσε που ήταν και μακρυά. Βασικά δεν είχαμε όρεξη για μεγάλο ταξίδι και αυτό ήταν όλο...σίγα μην το κουβεντιάζαμε.

   Είπαμε να πάμε σε κάτι στάνταρ ώστε να πάρουμε λίγη χαρά...δεν πάνε και καλά οι ψαριές τελευταία. Τάχα πιάσαμε κάποια ψαράκια αναπτερωθήκαμε και τώρα βαλθήκαμε να βουτήξουμε πιό βαθιά στο βούρκο.
   Στο Μπούκαρη λοιπόν, μέρος που αγαπάμε και μας αγαπά και εν τέλει την περασμένη φορά φύγαμε λόγω αέρα. Ευκαιρία ετούτη να κάναμε τη βουτιά μας και να εξερευνούσαμε. Είχα αγοράσει 2,5 κιλά φρίσσες και τις είχα κάνει κομμάτια. Τις είχα κλείσει σε έναν κουβά και τις άφησα κάποιες ώρες με αλάτι στον ήλιο ώστε να αρπάξουν να τις ρίξουμε και να μυρίσει ο τόπος.
   Φτάσαμε στο λιμανάκι και πιάσαμε δουλειά με τη μία, εγώ γέμιζα τις παλιές κάλτσες με φρίσσα και οι δύο κολυμβητές τις άφηναν σε διάφορα σημεία που λογικά θα ψαρεύαμε. Βάλαμε και μερικές πέτρες μέσα για να μην παρασυρθούν από τυχόν ρεύματα.
   Θέτικα ήταν τα πρώτα σημάδια με μικρόψαρα να τριγυρίζουν γύρω από τις βυθισμένες κάλτσες και να ψάχνουν αν βρούν την τροφή. Σταδιακά περνούσαν και κάποια μεγαλύτερα. Εξερευνήσαμε λίγο ακόμη την περιοχή μαζεύοντας κάποιους γυαλίσιους και βγήκαμε. Το σκεπτικό είναι οτι μπορεί να έχουμε τόσα δολώματα....φαραώ, τσουτσούνια, ακροβάτη, σαρδέλες παστές και καλαμαράκι γόνο μα ίσως ο γυαλίσιος να κάνει τη διαφορά...είναι βγαλμένος από την περιοχή κι ενδεχομένως τα ψάρια να το θεωρούν πιό οικείο.
   Στεγνώσαμε και πιάσαμε να δένουμε, ετοίμασα κι εγώ τους γυαλίσιους και αρχίσαμε να δολώνουμε. Τα προγνωστικά θετικά, ο καιρός καλός κι εμείς ορεξάτοι. Ποικιλία δολωμάτων ατελείωτη.
   Καθήσαμε ανάψαμε τσιγαράκι, ανοίξαμε μπύρες και νά'σου το πρώτο τσίμπημα σε καλάμι του Γιώργη με φαραώ παστωμένο. Εύκολα το έφερε έξω, ένα σαργοπουλάκι όλο σκέρτσο. Άντε λέμε καλή αρχή, πιστέψαμε οτι οι κάλτσες κάνουν δουλειά.
   Έπιασε να πέφτει το σκοτάδι και άλλο σημάδι δεν υπήρχε, πιάσαμε την ψιλή κουβέντα και ξεχαστήκαμε μέχρι ένα κουδουνάκι του Γιωργάκη να πάρει δρόμο για μέσα, άρχισε να φέρνει..."ρε θες απόχη; " να ρωτάμε εμείς, μουρμούριζε αυτός, "πιάσε ρε Γιώργη την απόχη, το έχουμε ξαναδεί το έργο" μέχρι που αποφάσισε να τη ζητήσει και ένας ωραίος σηκιός ήρθε να κάνει παρέα στο σαργουδάκι. Αυτό το είδος αγαπάει το Γιωργάκη....μα παντού να βγάζει σηκιό!
   Πιάσαμε αλλάξαμε δολώματα, πολλά ήταν αφάγωτα και άλλα ήταν σκαλωμένα. Μία φορά ο γυαλίσιος δε δούλευε, παρ'ότι λέγεται πως το καλοκαίρι δουλεύει καλά και παρά το γεγονός οτι η περιοχή φιλοξενεί μπόλικους από δαύτους. Τόσα χρόνια όπου πετύχουμε δοκιμάζουμε...ποτέ όμως δεν πήραμε τσιμπιά με το δόλωμα αυτό, δεν πά'να λένε οτι είναι το αγαπημένο του σαργού και της τσιπούρας, δε μας έχει πείσει ακόμα.
Λαγωνικά στη φέρμα τα καλάμια
   Από μπύρα το γυρίσαμε στον καφέ, ένα δικό μου κουδουνάκι από την εσωτερική πλευρά τράβηξε γενναία, αναθάρρησα, σκέφτηκα οτι ήρθε και η δική μου σειρά, άρχισα να φέρνω μα δεν ένιωθα κάτι, πάει πλακίτσα μας έκανε σκέφτηκα και λίγο πριν το βγάλω είδα ένα μικροσκοπικό μουρμουράκι που έιχε μπουκώσει τον ακροβάτη, δυστυχώς το κατάπιε.
   Εν τω μεταξύ υπήρχαν κάποια δειλά κουνήματα από την έξω μεριά, κάποια πιτσιρίκια μας ξεχείλωναν τις περιποιημένες δολωσιές. Λάλες έρχοντουσαν στα αγκίστρια μας και μας έσπαγαν τα νεύρα...μα ρε ψοφοσκούληκα έσεις βρήκατε να προλάβετε...αφήστε να φάει και κάνας άλλος, τι κακό είναι ετούτο;
   Το λιμανάκι μας έδειχνε ντεφορμέ, δεν είχε την όρεξη μας φαίνεται κι ας λεν τα προγνωστικά ο,τι θέλουν. Τουρίστε πηγαινοερχόντουσαν και κοίταζαν την ψαριά μας και έτσι η ώρα περνούσε. Σε μία αλλάγη δολωμάτων έφερα πάνω μία μικρή τσιπουρίτσα, βρε αυτές άλλοτε ήταν σαματατζούδες κι έδω όχι δεν κατάλαβα πως πιάστηκε μα ούτε πως την έφερα...τουλάχιστον δεν τραυματίστηκε πολύ σοβαρά, την έστειλα να μεγαλώσει.
   Άρχισε να μας πλακώνει αυτή η αψαρία γιατί βλέπεις αυτό το μέρος μας έχει μάθει κάπως αλλιώς...η μάλλον εμείς τα θέλαμε κάπως αλλιώς τα πράγματα. Αμ δεν πάει έτσι, δε σού'ρχονται όπως τα θες...όπως σού'ρθουν πορεύεσαι. Περνούσε και περνούσε η ώρα και ακόμα δεν είχαμε πειράξει το ζωντανό φαραώ, σε λίγο θα κόντευε η ώρα να φύγουμε...ρε τον δόλιο ήταν της μοίρας του να μπεί στην κατάψυξη ολάκερος...
   Ένα τραβηγματάκι σε καλάμι του Γιώργη μας ξύπνησε, έφερε μία τσιπουρίτσα πάνω...την κράτησε γιά τηγάνι...όλο αμόλα αμόλα στο τέλος δε θα μας μένει λέπι να αποδείξουμε οτι πήγαμε για ψάρεμα.
Δε φύγαμε και με άδεια χέρια πάντως
Βρε πανάθεμά τα το χειμώνα δεν τρώγανε γιατί είναι χειμώνας και τώρα γιατι δεν τρώνε;
Ποτέ δε θα την ερμηνεύσουμε την παραξενιά Της, μας παίζει και το φχαριστιέται. Ρε δεν πά'να φέρνετε εσείς μπρούμο κι όλου το κόσμου τα καλά...αυτό που θέλω εγώ θα γίνει...και αυτό γίνεται!
   "Δε μαζεύουμε σιγά-σιγά;" ψέλλισε ο Γιώργης..."το τσιγάρο και φύγαμε".

Σχόλια