18- Στα Πέτσα



Σελήνη: 77% στο γέμισμα- Προγνωστικά: Καλή ημέρα

   Αρκετό καιρό είχα κατά νού ένα ψάρεμα στα Πέτσα. Στο μώλο αυτό όπως έχω ξαναπεί, θυμάμαι πάντα ψαράδες να βγάζουν κυνηγιάρικα,μελανούρια,σαργούς και μεγάλες τσιπούρες. Βέβαια οι τοποθεσίες κοντά στην πόλη έχουν συνήθως επισκέψεις και εμείς το ψάρεμα το έχουμε συνδυάσει με τη "μοναξιά" της τριάδας. Ξεκινήσαμε για αλλού, φτάσαμε μέχρι τη Δασιά, περπατήσαμε την παραλία,χαζέψαμε τους λιγοστούς, τελευταίους, ξεχασμένους, παρακμιακούς τουρίστες, περπατήσαμε πάνω στους σκελετούς από τις εξέδρες που έχουν πιά ξεστηθεί, εντάξει το καταλάβαμε γερά οτι εκεί πιά το καλοκαίρι έχει τελειώσει...Η παραλία δε μας έκανε, πολύ μικρά βάθη και αμμουδιά. Επόμενη καλή ιδέα ήταν η παραλία της δροσιάς που είχε κάποιο κόσμο και μερικά καλαδούρια σχετικά κοντά. Αυτή την παραλία την ψαρέψαμε το χειμώνα 4 διαδοχικές φορές και πέρα από ένα καλό τράβηγμα και ένα ζόρικο δρόγκο δεν πήραμε κάτι άλλο. Άκυρη και αυτή η παραλία λόγω πολυκοσμίας και καλαδουριών. Θέλαμε να κάνουμε τη βόλτα μας για να καταλήξουμε στα Πέτσα. Θα μας χαλούσε αν ήμασταν εκεί από νωρίς και πιάναμε καμιά ζαργάνα για ζωντανό δόλωμα.
Οι Γιώργηδες φορτωμένοι
   Φτάσαμε λίγο πριν το σούρουπο. Υπήρχαν ψαράδες στο μώλο, ένας μάλιστα μας είπε "που πάτε εκστρατεία ρε παιδιά;". Άδικο δεν είχε, όταν συνήθως εκεί ο κόσμος πάει με ένα κουβαδάκι και μία τσάντα με τα βασικά και εμείς σκάσαμε με καρεκλάκια, σακούλες και 3-4 καλάμια ο καθένας. Προσπαθείς να το παίξεις άνετος μα από την άλλη λες...τι κουβαλάω κι εγώ ρε φίλε, μπας και φαίνομαι αστείος;
Όπως και νά'χει αυτοί είμαστε, θέλουμε όλες μας τις ανέσεις στο ψάρεμά.
   Αράξαμε στο μώλο και πιάσαμε να στήνουμε, πίσω μας ήταν ένα πλοίο αραγμένο και μας έκοβε το αεράκι που φυσούσε...έκανε ζέστη. Ο βυθός γεμάτος ντέματα και κάποιες συστάδες απο φύκια. 
   Τα δολώματά μας φαραώ, τσουτσούνι, σαρδέλα και ακροβάτης. το πρώτο ψάρι ήρθε σε ένα μονάγκιστρο με φλοτέρ και ακροβάτη, ήταν ένα μελανουράκι, ούτε σαματά έκανε ούτε το κουδουνάκι σήκωσε. Το δόλωσα αμέσως ζωντανό μπας και δούμε το πολυπόθητο μεγάλο και χαρούμε μάχη. Άρχισε να κολυμπάει αποφασιστικά προς τα βαθιά και κατόπιν αφέθηκε την πορεία των ρευμάτων προς τα αριστερά του μώλου...μας υποχρέωσε.
Φτιάχνοντας αρματωσιές και χαζεύοντας
   Τα πράγματα κυλούσαν ήπια με πολύ υποτονικά τσιμπήματα, και νά'σου ένα ψάρι που είχα καιρό να δω...σε καλάμι του Γιώργη ένα σκορπιουδάκι παχουλό. Δε θυμάμαι να έχω ξαναδεί τόσο καλό σκορπιουδάκι από το μώλο. Χαρές ο Γιώργης, "θα το περιλάβει ο πατέρας μου που τα γουστάρει αυτά". Χάθηκε να ήταν μισό κιλό τουλάχιστον να το φχαριστηθείς κι εσύ και ο πατέρας σου με τη σειρά του;....Τώρα μιά που θα του δώσει να το μαγειρέψει και δυό που θα ψάχνει να βρεί το κρέας του ψαριού μέσα στο πιάτο!
Ποιός να πρωτοφάει;!!!
   Από τη μεριά των Γιώργηδων κάτι ψιλοκουνιόταν, λίγα μίζερα τσιμπήματα και κάνα σαλεματάκι, από τη δική μου τη μεριά ούτε καν ο άνεμος δεν τα σάλευε...λες και τα είχα ρίξει πάνω στο μώλο. Το μελανουράκι ήταν ζωντανό μα βαριόταν να κολυμπήσει. Που είναι οι άτιμες οι ζαργάνες που φεύγουν ευθεία για τα βαθιά βρίσκουν το θηρευτή και του λενε "έλα, έλα να με φας αν σου βαστάει".
  Η ώρα περνούσε και μία γνώριμη φιγούρα μας πλησίαζε, ο μαστρο-Κώστας με το σκύλο του το Μήτσο, ήρθε να δεί τα καμώματά μας..."Τσιμπάει τίποτα ρε μάγκες;...Βγάλατε κανα ψαράκι;"...οι απαντήσεις ξεφυσήματα και το μακρόσυρτο "ΟΥ". Έκατσε λίγο μαζί μας και έπιασε να μας πεί δυό-τρείς ιστορίες να κυλήσει ο χρόνος. Λίγο μετά την αποχώρησή του ένα ωραίο τράβηγμα σήκωσε το Γιώργη από τη θέση του. Δίνει αποφασιστικό κάρφωμα και έπιασε να φέρνει, το ψάρι έκανε κεφάλια, αρκετά ζόρικο, πήγ κι εγώ σαν προφέσσορας να του ρυθμίσω τα φρένα που τα είχε εντελώς λυτά και γύριζε την μανιβέλα για παρηγοριά ενώ το ψάρι έπαιρνε κάνα κεφάλι. Φέρνει καμπόσες μανουβελιές και σκάλωσε το άτιμο, τι να περιμένεις τώρα από ένα βυθό με ντέματα σαν πριόνια...κόπηκε και μείναμε με την απορία.
   Λίγο αργότερα ένα μουρμουράκι αποφασισε να τσιμπήσει σε ένα απο τα δικά μου, προτιμώντας το ψηλό αγκίστρι απο ένα τριπλάρι...μάλλον επειδή είχε ολόκληρο ακροβάτη. Λίγο μετά έβγαλε κι ο Γιώργάκης ένα σαργουδάκι...όλα τα ψάρια κατάπιναν τα δολώματα. Γιά άλλη μιά φορά τα διπλάρια είχαν προβάδισμα σε σχέση με το μονάγκιστρο. Βέβαια το μονάγκιστρο είχε το πλεονέκτημα οτι σκάλωνε πιό δύσκολα στο βυθό αυτό, κι αν τύχαινε κάποιο ψάρι η μάχη θα ήταν πιό εύκολη, από την άποψη οτι δε θα σερνόταν μαζί του ολόκληρη αρματωσιά με αιωρούμενα παράμαλλα έτοιμα να σκαλώσουν οπουδήποτε.
Ένα ξεχασμένο τσιπουράγκιστρο...
   Ένα απότομο τράβηγμα σε καλάμι του Γιωργάκη αναπτέρωσε το ηθικό, το παιδί που άλλοτε δε μιλάει όταν τον ρωτάς αν φέρνει ψάρι, ζήτησε κι απόχη. Δυστυχώς έντεσε κάπου στο βυθό και κόπηκε όπως η προηγούμενη του Γιώργη. Μάλλον δεν ήταν η ώρα τους να έρθουν...αλλά πέρασαν να μας πουν οτι βρίσκονται έκει.
   Ο Μαστρο-Κώστας ξαναφάνηκε με το Μήτσο πάνω που είχα αρχίσει να απαγγέλω σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο...είδε τη φτώχια της ψαριας μας, έκαψε δυό τσιγάρα μαζί μας και χαιρέτισε.Άρχισα να απαγγέλω ιστορίες με ναυτικούς που έπλεκα εκείνη τη στιγμή...η έμπνευσή μου πρωτοφανής, Η ώρα περνούσε, η φωνή μου βράχνιαζε, οι Γιώργηδες ήταν έτοιμοι να αποκοιμηθούν μετά από τόση απαγγέλια, τα ψάρια έφυγαν για αλλού, το μελανουράκι κολλήτα με το μώλο, ίσως και να είχε σκαλώσει...ήταν σχέτικα αργά. Πιάσαμε να μαζέψουμε...είχαμε ενδείξεις μα όχι αποδείξεις. Μέρος που θα επισκεφτούμε ξανά.
Υπάρχουν και χειρότερα
   

Σχόλια